Σάββατο 7 Φεβρουαρίου 2009

Δωρεάν διαδρομή [ζ]

Ἁπλή ἀριθμητική γιά χαμαιλέοντες

Ἐνίοτε ἑκατό ἐτῶν σβήνεις
ἄλλοτε μόλις πέντε ἀνάβεις
ἐνίοτε γιορτάζεις
κάποτε ξοφλεῖς λυπητερές.

Ὅμως ποτέ αὐτό τό ἑκατό
κι αὐτό τό πέντε
δέ γίνονται ἕνα
ἄθροισμα
ἕνα, ἄς ποῦμε, ἑκατόν πέντε.

Χαμαιλέοντας χάνεσαι, ἀφανίζεσαι
πάνω στήν προοπτική τῶν πραγμάτων
λές κι ὁ βίος
ποτέ δέν γίνεται βιός
ἐξόν σπαταλημένος γενναιόδωρα.

(Ἄνοιξη '87)

Έδέμ 132

(Στόν Νίκο Φωκᾶ)

Στάση Παλμύρα.
Ἔχει τή χάρη του
τό λεωφορεῖο νωχελικό
ἐλέφαντας βαρύς, σκεφτικός
μέσα στή ζούγκλα τῆς Ποσειδῶνος,
καί σύ πάνω του κρεμιέσαι, τραντάζεσαι
ὅμως ἔχεις τό κοπάδι συντροφιά
καί θέα ἀπό ψηλά.

Ἡ θάλασσα τοῦ Φαλήρου πρωϊνή
ἀναδυόμενη ἀστράφτει σά διαφάνεια
πού σύ θά προβάλλεις στό μέλλον
ὅταν κραυγάσεις - Λύτρωσον! Ἀνάπαυσον!
Ἄραγε αὐτή ἡ ἀποταμίευση θά μᾶς στεγάσει
ὅταν τήν ἐπικαλεστοῦμε
σά μοναδική μας ἀσφάλεια; Ἤ μήπως
μήτε αὐτή ἡ κατάθεση ἀρκέσει καί μόνον
ἴχνη ἀπομείνουν στά κόκκαλα
ὅπως σέ γυναῖκες πού θήλασαν γενναιόδωρα
θρυμματίζονται τά κόκκαλά τους εὔκολα;

Ναί, δές ἐκείνη τήν ἑξηντάχρονη, ὄμορφη
ἀκόμα μέ τήν εὐγένεια τῶν κοκκάλων
ξεγυμνωμένη πιά καί ὁρατή,
ἀρκετά μικρότερη ἀπό τόν ἑβδομήντα καί, σύζυγό της,
τό χέρι της προστατευτικά στεγάζει
τό δικό του μέ τίς κηλίδες καί τή βέρα.
Τοῦ παραχωρεῖ τή θέση πού τῆς δίνουν.
Κάποτε αὐτός τή στέγαζε, τῆς ἔδινε τή θέση,
τῆς ἄνοιγε πόρτες.
Τώρα τήν ἀντανακλοῦν
τά μάτια του πρωϊνῆς θάλασσας νερά
καθαρισμένα ἀπό βοριαδάκι,
γαλανά, διάφανα.

Καί τό λεωφορεῖο προχωράει βαρύ
μέ τό πρωϊνό του φορτίο
πολεμικός ἐλέφαντας στή Συγγροῦ.
Μακριά θά μᾶς κατεβάσει
μακριά ἀπό τή μοναδική μας στέγη
τή μέρα.

Ἐσύ κάποτε ἐπιστρέφοντας
κι ἀπ' ἔξω περνώντας
θά τή δείχνεις καί θά λές:
- Ἐκεῖ ἔμενα ἐκεῖ
σ' αὐτή τή μέρα.

(Ἰούνιος - Σεπτέμβριος ' 87)

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

καλή ποίηση