Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2009

Δωρεάν Διαδρομή [α]

1. Ἡ σύζυγος Μούσα

Καισαρική τομή ἡ ποίηση᾿
βγάζω ἕνα ἥσυχο
γαλανό μωρό,
ἔκθετο ἀρνητικό.

Ὅμως ἐκτός ἀπ' αὐτό
τί ἄλλο ἔχω;
Ἄν κι ἡ πρώτη νύχτα
κι ὅλες οἱ ἄλλες

ἦταν βιασμός!


2. Ἐν μέσῃ καμίνῳ

Ἐν μέσῃ καμίνῳ
σήκωσα τό βαρύ σφυρί
μέ μιά
μόνη σφυριά
ἄνοιξα τό κεφάλι.

Βρῆκα τή φλέβα᾿
ἀτόφιο χρυσάφι
τοῦ πατέρα μου τά δόντια.


3. Τό ἀσανσέρ

"Στό ἀσανσέρ θά μπῶ.
Μέ περιμένει
ὁ βιαστής δολοφόνος μου
μαζί ν' ἀναληφτοῦμε!"

Τραγούδησε τό παιδί
κι ὁ λαιμός του φέρνει
τῶν λόγων μελανά σημάδια.
Κόλλησε τό μαῦρο κουτί.

Ἐσύ
κάλεσε
κι ἀνάμενε
τήν κάθοδό σου.


4. Προβολή

Πάνω στή μηχανή προβολῆς
νεκρός ὁ χειριστής,
μεροκάματο κι αὐτό
σέ θάλαμο σκοτεινό.

Λαχανιάζει ἡ μηχανή
ἀναστενάζει ἡ ταινία,
βρώμικη ἱστορία κι αὐτή
στά σκοτεινά σκοντάφτει.

Ἀθῶα δῆθεν συναντᾶμε
ἄγνωστα χέρια, γόνατα᾿
βρῆκε μόνο του
ὁ δολοφόνος τό θύμα.

Ἀπό ψηλά σκιές εὐλογεῖ
μέ σκιές, φωτεινή δέσμη,
μαῦρο μοναχικό κελλί
μαῦρο μοναχικό μάτι.


5. Ἰδιωτεία

Μοῦ συνέβηκε
ὁ ἑαυτός μου
σά δυστύχημα,
ὑγρή ἑλληνική ταινία
"Μάνα δέ θέλω νά γεράσω ἐδῶ."

Στριγγλίζει
αὐτό πού χτύπησε
καί χτυπήθηκε
καί σ' ἐγκαταλείπουν
στό δικό σου αἷμα νά πνίγεσαι.

Κομμένο ὑστερικό φῶς
φτύνεις φόβο, πλήξη
βωβή μέσα σ' ἕνα λαό
ἀδιάβροχες λέξεις,
βασανισμένες κυνηγημένες ἐκφράσεις.

Εἶσαι ἀκατάλληλη. Σάν τό λαό σου
φθαρμένη. Ἀπαγορευμένη.


6. Γαλάζια Rover

Ἄψογη κυρά
μ' ἀνώτερη συμπεριφορά
γνήσια γαλάζια Rover.
Στόμα σκοτεινό ρονρονίζοντας γλυκά,
στέγη ἀπό βροχή, κρύο καί κακό,
σ' Εὐρώπη κι Ἰνδίες τούς σύστησε
ἀποστάσεις στήνοντας ἀνάμεσα
σ' ἀπρονόητους ἐραστές
κι ἐκείνους πού κυνηγᾶνε
ὀφειλέτες.
Τελικά
πιάστηκαν.
Στραβοτιμονιά καμμιά
κανένα φταίξιμο τῆς γλυκειᾶς κυρᾶς.

Στέρεψαν
κι ἔσβησαν.

Τελευταῖα
ἀπ' ὅσα εἶχαν καί δέν εἶχαν
τήν πούλησαν.


7. Σοῦ 'κλεψα

Φεύγοντας σοῦ 'κλεψα
τήν ὀδοντόβουρτσα.
Παλιά τριμμένη μισοφαγωμένη
δέ φαντάζομαι
νά σοῦ ἔλειψε.

Καιρός ἦταν
νά πάρεις μιά καινούργια.
Ἐγώ κάθε πρωΐ
τά δόντια μου
μέ τήν ὀδοντόβουρτσά σου πλένω

στό στόμα μου
τό στόμα σου
τή δική σου γεύση
φιλώντας.

Ὅσο καιρό μοῦ κρατήσει
δέ θά φύγει
ἀπό τό στόμα μου
ἡ γλώσσα σου.


8. Λεωφόρος Συγγροῦ

Ἐάν αὐτός ὁ ταξιτζής
μοῦ κάνει πρόταση γάμου
θά δεχτῶ.
Θέλω μιά διαδρομή δωρεάν.
Νά δῶ νά λάμπουν
στό Δέλτα ἀτσαλένια
τά φαληρικά ὕδατα.
Νά καθήσω στό Ἐδέμ
-ὄχι τόν κῆπο- τό καφενεῖο
νά πιῶ τόν καφέ μου.
Κι ἡ θάλασσα νά ξερνᾶ
πετρέλαιο κι αὐτόχειρες
καθώς ἡ μέρα ἰριδίζει
φρέσκο ψάρι πού ἀπολεπίζεις.

Κάποτε θά τελειώνει ἡ Λεωφόρος Συγγροῦ.
Δέ γίνεται νά λέγεται ζωή
ἡ ἀναμμένη μηχανή πού βρυχιέται
ἀνυπόμονη.
Τά φῶτα πού ψάχνουν
σβήνουν πάνω μου.
Μόνον οἱ ἐραστές, ἀσφαλισμένοι
στῶν αὐτοκινήτων τους
τ' ἀτσαλένιο ἐνυδρεῖο,
καταδύονται στό δικό τους βυθό,
σιωπηλοί δύτες
πνιγμένοι ἀπό καιρό.


9. Στάση Ἐδέμ

Πιστή στό κάλεσμα τοῦ κυνηγοῦ
σκύλα ἡ θάλασσα
στή μουσούδα της τήν κράτησε
στά βράχια παραδίνοντάς την
σημείωμα τσακισμένο
πλάϊ στά διπλωμένα
ταχτικά ροῦχα της.

Ἄνοιξε ὁ ἀστυνόμος
μαύρη ὀμπρέλα
ἀπό τήν ἤρεμη βροχή
στέγη νά βροῦν τά στοιχεῖα.

Στάση Ἐδέμ! Ἐδῶ τό τέρμα
κι ἡ ἀφετηρία,
φωνάζει ὁ εἰσπράκτορας
κι ὁ περίεργος ὄχλος
μπαίνει στό λεωφορεῖο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: